Από τις αρχές Νοεμβρίου μέχρι τις αρχές Μαρτίου παρουσιάστηκαν και στην Αθήνα τα έργα του γνωστού – τουλάχιστον κατ’ όνομα – ζωγράφου Vincent Van Gogh, όχι σαν έκθεση, αλλά σαν τεχνολογική ανάλυση με ένα τρόπο που σκόπευε στο να εντυπωσιάσει με την αναμφισβήτητη πρωτοπορία του και να κάνει πιο προσιτή την τέχνη στον μέσο άνθρωπο, ή να τραβήξει το ενδιαφέρον και να εντυπωσιάσει τον βιαστικό και αδιάφορο νέο-Έλληνα.
Η διαφήμιση υποσχόταν «ένα από τα συναρπαστικότερα περιβάλλοντα πολλαπλών προβολών στον κόσμο» και, πράγματι το πέτυχε. Οι προβολές ήταν συναρπαστικές, αλλά οι αποχρώσεις και οι λεπτομέρειες των έργων αποδόθηκαν, αλλά η φιλοδοξία να «διηγηθούν την ιστορία του» και να «διεισδύσουν στα συναισθήματα και στις σκέψεις του», είναι ένας στόχος πολύ μακρινός για την απλή τεχνολογία, όσο εξελιγμένη κι αν είναι. Η απελπισία, η τρέλα, η ένδεια και η αυτοκαταστροφή, δεν προσεγγίζεται με την τεχνολογία, αλλά με την κατανόηση, την προσοχή, τη λεπτότητα και τη βαθειά γνώση της αβυσσαλέας ανθρώπινης ψυχής.
Δυστυχώς από το πλήθος των ……φιλότεχνων …….. που εγώ είδα – προφανώς, δεν ήμουν κάθε μέρα εκεί για να τους δω όλους – μόνο ενδιαφέρον για το ζωγράφο σαν άνθρωπο, και για την πορεία του προς την τρέλα δεν είδα. Αυτό που είδα, ήταν ο ψευτοκουλτουριάρης ελληνάρας σε όλο του το μεγαλείο!
Οι διακριτικά τοποθετημένοι στις γωνίες πάγκοι για να κάθονται οι άνθρωποι που έχουν πρόβλημα, ήταν όλοι πιασμένοι από κάποιους που είχαν αγκυροβολήσει για ώρες και δεν έλεγαν να κουνηθούν. Παρέες – παρέες, χασκογέλαγαν σα να βρίσκονταν σε πάρκο – ούτε καν να σωπαίνουν όπως στον κινηματογράφο – κι αν υπήρχε δυνατότητα για τσιπς και ποπ-κορν, είναι βέβαιο πως θα κρατούσαν κι από ένα κουβαδάκι και μια Coca-Cola!
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά όταν σταθήκαμε στη μέση ενός χώρου όπου το ταβάνι, οι τοίχοι και το πάτωμα έδειχναν ακριβώς το ίδιο θέμα –λεπτομέρειες από τις χαρακτηριστικές πινελιές ενός πίνακα – ένας αγενέστατος ηλικιωμένος …….. φιλότεχνος έβαλε τις φωνές, απαιτώντας να προχωρήσουμε, γιατί …… του «κρύβαμε τη θέα»!!! και δεν έκανε πίσω ούτε όταν κάποιος από εμάς του απάντησε όσο πιο ευγενικά μπορούσε ότι τη θέα θα την έβλεπε καλύτερα όρθιος. Αν δεν δίναμε τόπο στην οργή, θα έπρεπε να γίνει καυγάς μέσα στο περιβάλλον όπου υποτίθεται θα φιλοξενούσε ανθρώπους πολιτισμένους και μάλιστα φιλότεχνους!
Οπωσδήποτε, αν αυτό είναι ένα παράδειγμα, οι υπάλληλοι που οργάνωσαν και παρακολουθούσαν συνεχώς το Van Gogh Alive, θα έχουν πολλές ιστορίες να διηγηθούν.
Από κει και πέρα, τι σχόλιο να κάνει κανείς; Να θυμηθώ τον Σουρή και να επαναλάβω μαζί του: « Ω Ελλάς, ηρώων χώρα τι γαϊδάρους βγάζεις τώρα»;
Δε θέλω να προσβάλλω τα γαϊδουράκια, που τα συμπαθώ πολύ, συγκρίνοντας τα με αυτούς τους ανθρώπους!
Όπως είναι επίσης περιττό το σχόλιο για το ασφυκτικά γεμάτο καφενείο στην έξοδο. Είναι σε όλους γνωστό ότι η πολλή κουλτούρα …….. ανοίγει την όρεξη!



0 Responses

Δημοσίευση σχολίου